Το έθιμο της βασιλόπιτας

 

Κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς ετοιμάζουμε τη βασιλόπιτα, τη στολίζουμε με τον αριθμό της νέας χρονιάς και μέσα της κρύβουμε ένα φλουρί, το οποίο πιστεύεται ότι φέρνει γούρι σε όποιον το κερδίσει.

Γιατί συντηρούμε χρόνια τώρα αυτό το έθιμο με πίστη και πραγματική αφοσίωση; Κι από πού μας έρχεται;

Σύμφωνα με την παράδοση, το έθιμο αποδίδεται εξ ολοκλήρου στον αφιλοχρήματο και ανθρωπιστή επίσκοπο της Καισάρειας στην Καππαδοκία Μέγα Βασίλειο, ο οποίος υπήρξε θρησκευτικός άρχοντας με πρότυπο φιλανθρωπικό έργο, πραγματική συμπόνια και μέριμνα για τους συνανθρώπους του, καθώς και λάτρης της ελληνικής φιλοσοφίας.

Κατά μία εκδοχή της σχετικής παράδοσης ο επίσκοπος βρέθηκε σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση, όταν χρειάστηκε να αντιμετωπίσει τον θρασύ και άρπαγα έπαρχο της Καππαδοκίας: Ο σκληρόψυχος άντρας απαίτησε από τον Μέγα Βασίλειο να του παραδώσει άμεσα όλο το χρυσάφι της πόλης, αλλιώς θα την πολιορκούσε με σκοπό την κατάκτηση και τη λεηλασία της.

Ο Μέγας Βασίλειος προσευχόταν στον Θεό όλη τη νύχτα παρακαλώντας τον να σώσει την πόλη και τους ανθρώπους. Όταν ξημέρωσε, ο έπαρχος κύκλωσε με τον στρατό του την πόλη και ζήτησε από τον επίσκοπο – ο οποίος βρισκόταν ακόμα στον ναό και προσευχόταν – να ικανοποιηθεί η απαίτησή σου, αλλά έλαβε την απάντηση ότι οι φτωχοί και πεινασμένοι κάτοικοι δεν είχαν τίποτα να του δώσουν.

Τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου θύμωσαν περισσότερο τον έπαρχο, ο οποίος τον προειδοποίησε πως θα τον εξορίσει πολύ μακριά από τον τόπο του. Τον απείλησε μάλιστα πως θα τον σκοτώσει, αν δεν υπακούσει στις εντολές του. Ακούγοντας τις απειλές οι χριστιανοί της Καισάρειας θέλησαν να βοηθήσουν τον αγαπημένο τους επίσκοπο. Μάζεψε λοιπόν ο καθένας ό,τι χρυσαφικό είχε στο σπίτι του και τα έβαλαν όλα σε ένα σεντούκι, το οποίο παρέδωσαν στον θρησκευτικό τους άρχοντα. Ο Μέγας Βασίλειος, αφού προσευχήθηκε ξανά για τη σωτηρία της πόλης, το παρέδωσε στον έπαρχο.

Όταν ο έπαρχος άνοιξε το σεντούκι κι ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά, εμφανίστηκε μία λάμψη κι αμέσως μετά ένας λαμπρός καβαλάρης που χίμηξε με τον στρατό του πάνω στον στρατηγό και τους ανθρώπους του αφανίζοντάς τους. Ο ολόλαμπρος καβαλάρης λέγεται ότι ήταν ο Άγιος Μερκούριος και οι στρατιώτες του άγγελοι.

Μετά την ανέλπιστη σωτηρία της Καισάρειας ο Μέγας Βασίλειος βρέθηκε πάλι σε προβληματισμό. Έπρεπε να επιστρέψει τα χρυσαφικά στους κατοίκους και μάλιστα να πάρει ο καθένας ό,τι του ανήκε. Δεν έπρεπε να αδικηθεί κανείς. Αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Τότε παρακάλεσε πάλι τον Θεό να τον βοηθήσει κι Εκείνος του έδωσε φώτιση και λύση.

Ο επίσκοπος φώναξε τους βοηθούς και τους διακόνους και τους ζήτησε να ζυμώσουν μικρά ψωμιά βάζοντας μέσα στο καθένα από αυτά λίγα χρυσαφικά. Όταν τα ετοίμασαν, τα μοίρασε στους ανθρώπους της πόλης σαν ευλογία. Όλοι οι κάτοικοι απόρησαν στην αρχή, στη συνέχεια όμως η απορία μετατράπηκε σε έκπληξη όταν, κόβοντας η κάθε οικογένεια το ψωμάκι της, έβρισκε μέσα τα δικά της χρυσαφικά.

Από τότε η πρώτη ημέρα του χρόνου είναι ημέρα τιμής προς τον Άγιο Βασίλειο, ο οποίος λέγεται ότι απεβίωσε την 31η Δεκεμβρίου και ετάφη την 1η Ιανουαρίου του έτους 379. Η μνήμη του γιορτάζεται με πρωταγωνίστρια τη γνωστή βασιλόπιτα με το φλουρί, για να μας θυμίζει το μικρασιατικό αυτό θαύμα που έρχεται από τα παλιά.

Δημοσίευση σχολίου

Νεότερη Παλαιότερη